fbpx

Μέθοδος Χαβέλα και εντυπώσεις καθηγητών πανεπιστημίου

Η μέθοδος Χαβέλα πήρε το όνομα της από τον δημιουργό της Κ. Χαβέλα, ο οποίος μελετούσε τις συχνότητες που εκπέμπονταν από τον άνθρωπο και ορισμένα είδη ζώων επί είκοσι και πλέον χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν να φτιάξει μια πολύ μεγάλη βάση δεδομένων από συχνοτήτες που χαρακτήριζαν:

  • Τον φυσιολογικό οργανισμό.
  • Τους πάσχοντες οργανισμούς.
  • Εκείνους οι οποίοι βρίσκονταν σε υψηλή καταπόνηση αλλά που ακόμη δεν είχαν υποστεί βλάβες και ομοιοστατούσαν.

Συγκρίνοντας τις συχνότητες που εκπέμπονταν από ένα οργανισμό με εκείνες που ήταν χαρακτηριστικές στην φυσιολογική και στην παθολογική κατάσταση, μπορούσε να έχει μια ένδειξη για το αν ένας οργανισμός ήταν φυσιολογικός ή είχε αρχίσει να εκτρέπεται προς μια παθολογία.

Σύμφωνα με τον Κ. Χαβέλα, οι καταγραφόμενες συχνότητες αποθηκεύονταν στην μνήμη ενός υπολογιστή, υφίσταντο μια επεξεργασία σύμφωνα με μια σειρά αλγορίθμων και κατόπιν μπορούσαν να εκπεμφθούν μέσω ενός πομπού, ώστε ο οργανισμός από τον οποίον προήλθαν να υποστεί μια σειρά συντονιστικών δράσεων που μπορούσαν να έχουν ευεργετικές δράσεις για αυτόν.

Καλέσαμε τον Κ. Χαβέλα στο Εργαστήριο Φυσιολογίας προκειμένου να μας ενημερώσει αναλυτικά για το σύστημα το οποίο είχε αναπτύξει και να μας κάνει μια επίδειξη σχετικά με τις δράσεις του, τόσο επί χημικών ουσιών και αντιδράσεων, όσο και επί πειραματικών συστημάτων».

Μαρτυρία Καθηγητή – Μέθοδος Χαβέλα

«Προσωπικά εντυπωσιάστηκα», αναφέρει ο καθηγητής Σπύρος Καρκαμπούνας «τόσο από τον όγκο προκαταρκτικής εργασίας, όσο και από την ενδελέχεια της θεωρίας του Κ. Χαβέλα, η οποία ήταν εξαιρετικά απλή αλλά και πάρα πολύ σαφής. Είχε όλα τα στοιχεία τα οποία χαρακτηρίζουν ένα καλό διαγνωστικό εργαλείο. Ταυτόχρονα φαινόταν να γενικεύει τα φαινόμενα που χρησιμοποιεί η ηλεκτροφυσιολογία για την διάγνωση νόσων ή για την διάγνωση της λειτουργικής κατάστασης ενός οργάνου ή ενός συστήματος του οργανισμού μας.

Ωστόσο η μέθοδος Χαβέλα δεν περιοριζόταν μόνο στην διαγνωστική πλευρά. Προχωρούσε πολύ περισσότερο, δηλαδή στην δυνατότητα εξισορρόπησης ενός οργανισμού που παρουσίαζε μια διαταραχή, η οποία εκφραζόταν σε όρους ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Το σύνολο των συχνοτήτων που προερχόταν από έναν οργανισμό αποτελούσε το λεγόμενο «δακτυλικό αποτύπωμα». Ήταν χαρακτηριστικές για αυτόν, υπό την έννοια ότι ο συνδυασμός τους αντιστοιχούσε σε μια ιδιαίτερη εικόνα διακρινόμενη από τα σύνολα συχνοτήτων που εξέπεμπαν άλλοι ομοειδείς οργανισμοί.

Συνεπώς, κάθε άνθρωπος ή άλλο έμβιο όν είχε ένα ιδιαίτερο σύνολο εκπεμπόμενων συχνοτήτων που τον χαρακτήριζε. Αν το άτομο αυτό παρουσίαζε δομικές βλάβες στο σώμα του, δηλαδή έπασχε από κάποια νόσο, τότε η έκθεση του στις συχνότητες του «σκληρού πυρήνα» του θεραπευτικού προγράμματος – που, γλαφυρά, ονομαζόταν «ΘΕΡΑΠΩΝ», επί ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, θα ήταν σε θέση να εξισορροπήσει μεν το εν λόγω άτομο, για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά αργά ή γρήγορα, αυτό θα επανερχόταν στην διαταραγμένη ενεργειακή στάθμη, διότι δεν θα ήταν σε θέση να διατηρήσει από μόνο του την ηλεκτρομαγνητική ισορροπία, εξαιτίας της νόσου.

Η ταχύτητα με την οποία ο ασθενής θα κατρακυλούσε στην πρότερη ηλεκτρομαγνητική διαταραχή ήταν συνάρτηση των ακολούθων παραμέτρων:

α) της έκτασης της νόσου.

β) της βαρύτητάς της.

γ) της δομικής βλάβης.

δ) της ικανότητας ανάνηψης.

Κατηγορίες παθήσεων και αποτελέσματα

Οι ελαφρές νόσοι είχαν την τάση να εξαλείφονται εύκολα και χωρίς υποτροπές. Αντίθετα, οι βαρύτερες είχαν την τάση να αντιστέκονται και να εμφανίζουν υποτροπές. Σε νεανικό ή σε καλή εν γένει κατάσταση οργανισμό η ανταπόκρισή του, ήταν ταχεία και ισχυρή. Αντιθέτως αν ο οργανισμός ήταν εξαντλημένος και με μικρά περιθώρια ομοιόστασης τότε η ανάρρωση θα ήταν βραδεία ή και αδύνατη.

Σε περίπτωση που οι δομικές βλάβες ήταν μη αντιστρέψιμες αλλά όχι απειλητικές για την ζωή τότε ο οργανισμός θα παρέμενε σταθερά σε μια κατάσταση αναπηρίας. Αυτό επιβεβαιώθηκε εντυπωσιακά στην περίπτωση των χρόνιων περιστατικών σκλήρυνσης κατά πλάκας. Στα περιστατικά αυτά η κινητικότητα βελτιώθηκε, ο αριθμός των ώσεων της νόσου μειώθηκε ή σταμάτησε, αλλά η κινητική συμπεριφορά παρέμεινε πάντα ελλειμματική.

Αντίθετα στις περιπτώσεις σκλήρυνσης κατά πλάκας ατόμων που είχαν προσβληθεί πρόσφατα, η ανάκτηση της κινητικότητας ήταν πλήρης ή σχεδόν πλήρης. Επιπρόσθετα οι ώσεις παρουσίασαν σχεδόν πλήρη διακοπή.

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *